Προκλήσεις και παγίδες της νομικής μετάφρασης: συνέντευξη με τον John O’Shea
Posted on May 25, 2018 by Yourtranslator
Ο John είναι έμπειρος μεταφραστής νομικών κειμένων με σπουδές νομικής. Τον ρωτήσαμε πώς αποφάσισε να ασχοληθεί με τη μετάφραση, πώς αντιμετωπίζει τις προκλήσεις της ειδίκευσής του και τι θα συμβούλευε συναδέλφους που επιθυμούν να ειδικευτούν στη νομική μετάφραση.
Μίλησέ μας για σένα. Πώς και πού έμαθες ελληνικά και πώς αποφάσισες να ασχοληθείς με τη νομική μετάφραση;
Κατάγομαι από την Ιρλανδία. Έμεινα 15 χρόνια στην Ελλάδα και σήμερα ζω στο Λονδίνο. Εδώ και 21 χρόνια εργάζομαι ως μεταφραστής νομικών κειμένων. Επίσης, πρόσφατα εκλέχτηκα στο Διοικητικό Συμβούλιο της FIT Europe.
Άρχισα να μαθαίνω ελληνικά στο πανεπιστήμιο, στο πλαίσιο της έρευνάς μου στον τομέα του περιβαλλοντικού δικαίου. Ήθελα να συγκρίνω τα νομικά συστήματα σε δύο περιφέρειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από νωρίς μου τράβηξε το ενδιαφέρον το συγκριτικό δίκαιο, που αποτελεί απαραίτητο εργαλείο για κάθε μεταφραστή νομικών κειμένων. Κάποτε ήμουν και καθηγητής νομικής —και όπως ξέρετε, η νομική έχει άμεση σχέση με τη γλώσσα. Έτσι, μου ήταν εύκολο να συνδυάσω τις γνώσεις μου στον τομέα του δικαίου με το ενδιαφέρον μου για τη γλώσσα. Ήταν ο τέλειος συνδυασμός για ένα μεταφραστή νομικών κειμένων.
Ποιες είναι οι σημαντικότερες προκλήσεις και «παγίδες» στη μετάφραση νομικών κειμένων, ειδικά μεταξύ δύο διαφορετικών νομικών συστημάτων;
Σπούδασα νομική στη Βόρεια Ιρλανδία, η οποία έχει δικό της σύστημα εντός του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά φυσικά βασίζεται στο κοινοδίκαιο. Το ελληνικό νομικό σύστημα προέρχεται από μια εντελώς διαφορετική παράδοση και βασίζεται στο ρωμαϊκό και στο ηπειρωτικό δίκαιο, επομένως πολλές φορές είναι δύσκολο να περιγράψει κανείς τις διαδικασίες που ακολουθούνται στην Ελλάδα χρησιμοποιώντας τα αγγλικά. Σε πολλά πράγματα δεν υπάρχουν αντιστοιχίες και συχνά δεν υπάρχουν απλές ισοδυναμίες όρων, ιδεών ή εννοιών. Επιπλέον, τα ελληνικά χαρακτηρίζονται από δύο ακόμα επίπεδα δυσκολίας και πολυπλοκότητας: πρώτον, η μετάβαση από την καθαρεύουσα στη δημοτική, καθώς η καθαρεύουσα έχει ακόμα και σήμερα έντονη παρουσία στα νομικά κείμενα, και δεύτερον, το γεγονός ότι τα ελληνικά της Κύπρου, ιδίως σε νομικά θέματα, είναι εντελώς διαφορετικά από τα ελληνικά της Ελλάδας: χρησιμοποιούν διαφορετικούς όρους, έννοιες, κοσμοθεωρίες και τρόπους παρουσίασης των πληροφοριών. Επομένως, η μετάφραση από τα ελληνικά στα αγγλικά μπορεί να αποτελεί πραγματική πρόκληση.
Πρέπει κανείς να έχει πολύ καλή γνώση των δύο νομικών συστημάτων, καθώς και αρκετά καλή αντίληψη του συγκριτικού δικαίου. Κάποιες φορές οι έννοιες μπορεί να μοιάζουν ίδιες σε επιφανειακό επίπεδο, αλλά, αν τις εξετάσει κανείς από την οπτική του συγκριτικού δικαίου και αρχίσει να τις μελετά σε βάθος, αντιλαμβάνεται ότι τελικά τα φαινόμενα απατούν και δεν υπάρχει ισοδυναμία, γιατί η έννοια σε κάθε νομικό σύστημα είναι ελαφρώς διαφορετική. Θυμάμαι μια ομιλία σε ένα συνέδριο νομικής μετάφρασης στις αρχές του 2017 σχετικά με την έννοια της αμέλειας σε 3 διαφορετικά νομικά συστήματα: οι ζημίες που αποζημιώνονται σε κάθε σύστημα ήταν εντελώς διαφορετικές. Μπορούμε άραγε να πούμε ότι η αμέλεια στο σύστημα Α είναι το ίδιο με την αμέλεια στο σύστημα Β, όταν η αδικία που επανορθώνεται είναι διαφορετική; Ως μεταφραστής νομικών κειμένων, πρέπει κανείς να προσέχει ιδιαίτερα αυτές τις λεπτομέρειες, γεγονός που σημαίνει ότι η διεξοδική έρευνα πρέπει να αποτελεί κεντρικό άξονα της δουλειάς του.
Πώς αντιμετωπίζεις νομικούς όρους που δεν έχουν ακριβές ισοδύναμο στη γλώσσα στόχο;
Ας πάρουμε ως παράδειγμα την αντιπαροχή: ο όρος αυτός ήταν συνηθισμένος στην Ελλάδα τις δεκαετίες του ’50, ’60 και ’70, την περίοδο του οικοδομικού πυρετού. Ο κόσμος κατέφτανε σωρηδόν στις πόλεις και όσοι είχαν οικόπεδα έμπαιναν στον πειρασμό να τα δώσουν σε εργολάβους, οι οποίοι έχτιζαν πολυκατοικίες με αντάλλαγμα δύο-τρία διαμερίσματα. Από όσο ξέρω, δεν συνέβη ποτέ κάτι αντίστοιχο στο Ηνωμένο Βασίλειο. Αν ψάξει κανείς σε νομικά λεξικά θα βρει διάφορους όρους που δεν αντανακλούν την πραγματική σημασία της αντιπαροχής. Αυτό είναι και ένα μεγάλο πρόβλημα με τα νομικά λεξικά: συχνά δεν μας δίνουν συγκείμενο που να προσδιορίζει πότε θα πρέπει να χρησιμοποιούνται οι προτεινόμενοι όροι ούτε οποιαδήποτε διευκρίνιση για το πώς να επιλέξει κανείς μεταξύ των διαθέσιμων αποδόσεων.
Εδώ μπορεί να βοηθήσει ιδιαίτερα η θεωρία της μετάφρασης. Σύμφωνα με αυτήν, υπάρχουν διάφορα εργαλεία και τεχνικές που μπορεί να χρησιμοποιήσει ένας μεταφραστής —δεν μπορούμε να βασιζόμαστε μόνο στα λεξικά. Για παράδειγμα, μπορεί να χρησιμοποιήσει έκτυπα, μεταφραστικά δάνεια ή νεολογισμούς, ακόμα και σχόλια του μεταφραστή, για να αποσαφηνίσει την έννοια. Η προσέγγιση που θα χρησιμοποιήσει ο μεταφραστής εξαρτάται συχνά από τον πελάτη του. Αν ξέρει ότι το έγγραφο πρόκειται να διαβαστεί από δικηγόρους και να υποβληθεί στο δικαστήριο, η μετάφραση πρέπει να είναι όσο το δυνατόν ακριβέστερη. Αν όμως ο πελάτης είναι κάποιος που θέλει να αγοράσει ένα διαμέρισμα, τότε μπορεί να είναι λίγο πιο χαλαρός στις αποδόσεις του, γιατί το ζητούμενο είναι κυρίως να καταλάβει ο πελάτης τι υπογράφει. Επομένως, ο τρόπος που μεταφράζουμε έναν όρο, ειδικά αν για τον όρο αυτόν δεν υπάρχει απλή ισοδυναμία στην άλλη γλώσσα, διαφέρει ανάλογα με το συγκείμενο. Υπάρχουν διάφορες προτάσεις για την απόδοση της λέξης «αντιπαροχή» στα αγγλικά, αλλά προσωπικά προτιμώ τον όρο «land-for-flats system». Είναι απλός, ευνόητος και ακριβής.
Κάποιες φορές οι έννοιες μπορεί να μοιάζουν ίδιες σε επιφανειακό επίπεδο, αλλά, αν τις εξετάσει κανείς από την οπτική του συγκριτικού δικαίου και αρχίσει να τις μελετά σε βάθος, αντιλαμβάνεται ότι τελικά τα φαινόμενα απατούν και δεν υπάρχει ισοδυναμία, γιατί η έννοια σε κάθε νομικό σύστημα είναι ελαφρώς διαφορετική.
Τι θα συμβούλευες συναδέλφους που θέλουν να ειδικευτούν στη νομική μετάφραση; Τι μπορούν να κάνουν για να το επιτύχουν;
Στη βιβλιογραφία σχετικά με τη νομική μετάφραση γίνεται μεγάλη συζήτηση σχετικά με το αν καλύτερος μεταφραστής νομικών κειμένων είναι κάποιος που έχει σπουδάσει νομική ή κάποιος που έχει σπουδάσει μετάφραση. Δεν μπορώ να απαντήσω με σιγουριά, αλλά από την εμπειρία μου πιστεύω ότι αν κάποιος δεν έχει νομικό υπόβαθρο έχει το μειονέκτημα ότι πρέπει να μάθει το δίκαιο δύο χωρών, δύο νομικών συστημάτων. Αντίθετα, κάποιος που έχει σπουδάσει νομική έχει ήδη κάνει την αρχή και πρέπει απλά να αποκτήσει ειδίκευση στο άλλο σύστημα.
Οι νομικές σπουδές μας εξοπλίζουν με κάποια εργαλεία που διευκολύνουν πολύ την κατανόηση του δεύτερου νομικού συστήματος. Δεν λέω ότι είναι αδύνατον να γίνει κανείς μεταφραστής νομικών κειμένων εάν δεν έχει σπουδάσει νομική, αλλά απλώς ότι θα χρειαστεί πολύ περισσότερη σκληρή δουλειά, μελέτη και προσπάθεια. Παράλληλα, ο κίνδυνος να κάνει λάθη είναι σίγουρα μεγαλύτερος. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι αν έχεις σπουδάσει νομική και μετά καταπιαστείς με τη μετάφραση δεν θα κάνεις ποτέ λάθη. Άλλωστε, τα λάθη είναι ανθρώπινα.
Αν μπει κανείς στη νομική μετάφραση από μεταφραστικό υπόβαθρο, οι τομείς στους οποίους θα πρέπει να εστιάσει είναι το συγκριτικό δίκαιο, ώστε να είναι σε θέση να διακρίνει μεταξύ των διαφορετικών κοσμοθεωριών των διαφορετικών νομικών συστημάτων, το δικονομικό δίκαιο και στα δύο συστήματα (πώς λειτουργούν τα δικαστήρια, πώς κινούνται οι δικαστικές διαδικασίες, κ.ο.κ), οι κλάδοι δικαίου στους οποίους ενδιαφέρεται να εργαστεί —για παράδειγμα, ενοχικό δίκαιο ή εμπράγματο δίκαιο— και, όσο περίεργο κι αν ακούγεται, η φιλοσοφία δικαίου. Ένας μεταφραστής νομικών κειμένων πρέπει να μπορεί να κατανοήσει τον συλλογισμό ενός δικηγόρου, πώς σκέφτεται, πώς αντιλαμβάνεται τα πράγματα, πώς προβάλλει επιχειρήματα, πώς χρησιμοποιεί την υποθετική συλλογιστική κ.ο.κ. Μια καλή βάση στη φιλοσοφία δικαίου μπορεί να τον βοηθήσει ιδιαίτερα. Φυσικά, η φιλοσοφία δικαίου στο κοινοδίκαιο είναι πολύ διαφορετική από ότι στο ηπειρωτικό δίκαιο, οπότε πρέπει κανείς να μελετήσει και τις δύο.
Με ρωτήσατε πώς μπορεί κανείς να ειδικευτεί στη νομική μετάφραση.
Αν το υπόβαθρό του είναι στη μετάφραση, ιδανικά θα πρέπει να σπουδάσει νομική. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει πτυχίο νομικής μετάφρασης, οπότε για να το αποκτήσει θα πρέπει κανείς να πάει στο εξωτερικό. Φέτος το φθινόπωρο ξεκινά ένας τέτοιος κύκλος σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Άλλες ευρωπαϊκές χώρες προσφέρουν επίσης αξιόλογους κύκλους σπουδών στη νομική μετάφραση στις γλώσσες τους. Για παράδειγμα, το Πανεπιστήμιο της Τεργέστης έχει μεγάλη πείρα στον κλάδο για την ιταλική γλώσσα.
Αν το δεύτερο πτυχίο είναι απαγορευτικό, ας μελετήσει όσο το δυνατόν περισσότερο τα δύο νομικά συστήματα που τον/την ενδιαφέρουν.
Αν το υπόβαθρό του είναι στη νομική, μπορεί είτε να σπουδάσει μετάφραση είτε να μελετήσει σε βάθος τη θεωρία της μετάφρασης προτού ξεκινήσει να μεταφράζει, και φυσικά να βεβαιωθεί ότι οι γλωσσικές δεξιότητές του και στις δύο γλώσσες είναι άριστες.
Επίσης σημαντική είναι και η συνεχής επαγγελματική εξέλιξη. Δεν είναι δυνατόν να γνωρίζει κανείς όλους τους κλάδους δικαίου, αλλά μπορεί να ειδικευτεί σε ορισμένους, όπως κάνουν οι δικηγόροι. Επομένως, είναι σημαντικό να παρακολουθεί τακτικά συνέδρια για το δίκαιο και τη νομική μετάφραση. Ειδικά τα συνέδρια για το δίκαιο είναι σημαντικά, γιατί οι νόμοι εξελίσσονται και αλλάζουν συνεχώς και αξίζει να μένει κανείς ενημερωμένος.
Έχεις κάποια καλά βοηθήματα να προτείνεις στους συνδυασμούς ελληνικά-αγγλικά και αντίστροφα;
Ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα στις γλώσσες περιορισμένης διάδοσης είναι η τρομακτική έλλειψη πόρων για τους μεταφραστές. Ουσιαστικά τα βοηθήματα στον κλάδο αυτόν είναι λίγα. Υπάρχουν κάποια βιβλία στα ελληνικά, όπως το εξαιρετικό βιβλίο του καθηγητή κ. Κριμπά σχετικά με τη νομική ορολογία, αλλά δυστυχώς είναι ελάχιστα. Κάποιοι ελληνικοί κώδικες έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, αλλά η ποιότητα των μεταφράσεων ποικίλλει, από απαράδεκτη ως μέτρια. Επίσης, πολλά σημαντικά κείμενα δεν έχουν μεταφραστεί ποτέ σωστά. Το αποτέλεσμα είναι ότι ο καθένας μεταφράζει διαφορετικά τους νόμους/κώδικες, ενώ σε «μεγάλες» γλώσσες όπως τα γαλλικά ή τα γερμανικά, βρίσκει κανείς εύκολα επίσημες μεταφράσεις της σημαντικότερης νομοθεσίας και των κωδίκων.
Ωστόσο, το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η έλλειψη καλών λεξικών. Όπως είπα προηγουμένως, τα λεξικά δεν λύνουν όλα τα προβλήματα ούτε απαντούν σε όλες τις ερωτήσεις, αλλά είναι μια καλή αρχή. Το πρόβλημα με τον συνδυασμό ελληνικά-αγγλικά και αντίστροφα είναι η ένδεια καλών νομικών λεξικών. Παρότι υπάρχουν αρκετά νομικά λεξικά σε αυτόν τον συνδυασμό, τείνουν να είναι προβληματικά: προσφέρουν ουσιαστικά απλώς καταλόγους λέξεων ή υπερβολικά πολλές επιλογές αποδόσεων, χωρίς να παρέχουν εξηγήσεις για τις διαφορές μεταξύ τους. Σε άλλες γλώσσες, όπως στα γαλλικά, ακαδημαϊκοί ή ακόμα και μεταφραστές έχουν εκδώσει νομικά λεξικά που αντιμετωπίζουν ακριβώς αυτά τα προβλήματα. Στην Ελλάδα δεν έχουμε φτάσει ακόμα σε αυτό το σημείο.